Πόσο καρμικός μπορεί να είναι ένας έρωτας με γενέθλιο Κρόνο στο ζώδιο του Λέοντα όταν λόγοι ανώτερης βίας εξανάγκασαν μία μητέρα καθαρά από φόβο και μόνο, να κλεφτεί και να παντρευτεί κρυφά μέσα σε μία νύχτα με έναν άντρα που ελάχιστα γνώριζε. Τι αντίκτυπο θα μπορούσε να είχε αυτή η τόσο βεβιασμένη και απερίσκεπτη στάση ενός τότε μόλις 17χρονου κοριτσιού στην κόρη που εννέα μήνες αργότερα απέκτησε ή ίδια όντας ακόμα ανήλικη;
ΟΥΡΙΟΣ ΚΑΡΜΙΚΟΣ ΕΡΩΤΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΕΚΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ
Ένας ερωτύλος άντρας που στην πορεία του χρόνου αποδείχτηκε αδιόρθωτος και άσωτος γυναικάς με αποτέλεσμα η μητέρα αυτή να δυστυχήσει για μία ολόκληρη ζωή εξαιτίας αυτής της απερίσκεπτης και βεβιασμένης απόφασης, εκείνη την μοιραία νύχτα που από την μία ο ούριος καρμικός έρωτας εισέβαλε στην καρδιά της, αλλά και από την άλλη ο φόβος για το ότι άργησε να γυρίσει στο πατρικό της εγκαίρως, την οδήγησε στα δεσμά ενός πολύ δυστυχισμένου γάμου. Εν συνεχεία, η σύνοδος ακριβείας του Κρόνου με τον γενέθλιο Πλούτωνα της κόρης της, καθώς και ο Πλούτωνας στο ζώδιο του Καρκίνου σε όψη τετραγώνου με τον γενέθλιο Κρόνο στο ζώδιο του Ζυγού της κόρης, την ώθησε στην επιβολή και την άκρως πιεστική συμπεριφορά, ενός άκρως βεβιασμένου αν και πλούσιου αλλά φυσικά και εντελώς εσπευσμένου γάμου της κόρης της μόνο και μόνο από φόβο μην τυχόν η κόρη υποπέσει στο ίδιο λάθος που υπέπεσε η ίδια.
Το ότι αυτή η κόρη όμως κάτω από την ανελέητη επιβολή της μάνας ενεπλάκη άθελα της σε έναν πλούσιο γάμο μεν, αλλά και σε έναν μαφιόζο σύζυγο -Σελήνη αντίθεση Πλούτωνα και Αφροδίτη τρίγωνο Πλούτωνα – όπως φάνηκε εκ των υστέρων, όχι μόνο δεν άγγιξε συναισθηματικά την μητέρα, αλλά αντίθετα, η κατά το κοινωνικό δοκούν υψηλή κοινωνική θέση του γαμπρού της και τα λεφτά του, ήταν πολύ σπουδαιότερα από ότι η συναισθηματική και ψυχική υγεία της κόρης της. Μία μάνα με παρόμοιες όψεις προς τους προσωπικούς εσωτερικούς πλανήτες της κόρης, την κάνει επίμονη, αδιάλλακτη, ενώ αρνείται πεισματικά να αποδεχτεί ότι και η κόρη έχει δικαίωμα στην δική της ζωή, αλλά και το δικαίωμα επιλογών που έρχονται πολύ πιο κοντά στις δικές της ψυχοσυναισθηματικές και εσωτερικές της ανάγκες και το προσωπικό της σύστημα αξιών.
Δεν είναι ασύνηθες λοιπόν η κόρη να διάγει τον βίο της επί της ουσίας ψυχικώς νεκρή, διατηρώντας όμως η ίδια την βαθειά πίστη ότι το μίσος που συντηρεί για την μητέρα της, της δίνει δύναμη, ανεξαρτησία, υπεροχή, εξουσία όχι όμως αγάπη και κατανόηση προς αυτήν. Ενας φαύλος κύκλος δίχως τέλος. Στην ουσία η μια αναπαράγει την συμπεριφορά της άλλης. Αλλά ας μην γελιόμαστε. Το πικρό έργο αγάπης –μίσους μάνας –κόρης ξεκινά συνήθως πολύ πιο νωρίς. Αυτό γιατί εμείς δε ως κόρες αρχίζουμε συνήθως ήδη από την εφηβική μας ηλικία, να κάνουμε συνεχώς όλο και περισσότερο προκλητικά πράγματα, ώστε η μητέρα μας μόνο και μόνο σε αναμονή για τα χειρότερα από εμάς δεν μας δείχνει έμπρακτα εμπιστοσύνη.
Εμείς ως κόρες, αρνούμενες να δεχτούμε την επιβολή της μάνας, υποσυνείδητα φροντίζουμε και κάνουμε οτιδήποτε ώστε στο τέλος το μόνο που πετυχαίνουμε είναι να επαληθεύουμε τις αξιώσεις, τις απαιτήσεις και τις φοβίες, τα άγχη και τους φόβους της μητέρας μας, ξανά και ξανά. Ας μην κρυβόμαστε. Πίσω από τις ακατονόμαστες συμπεριφορές μας, κρύβεται ο διακαής πόθος να κάνουμε οτιδήποτε για να τραβήξουμε την προσοχή της.
Είναι αστείο αλλά αληθινό. Όσο και αν εμείς οι ίδιες λέμε πως την μισούμε, πως θέλουμε να πεθάνει, από μόνο του το γεγονός πως ο στόχος μας είναι πάντα εκείνη, δείχνει το πόσο σημαντική είναι για εμάς. Όταν δε, αντιδρά στις πράξεις μας με φωνές, απόρριψη, κλάματα και στο τέλος με συγνώμες, το μόνο που πραγματικά συμβαίνει είναι ότι έχουμε πετύχει το παιχνίδι μας, που εκείνη υποσυνείδητα ακολουθεί. Κοντολογίς έχουμε μονοπωλήσει το ενδιαφέρον της. Και ακόμα χειρότερα έχουμε μπει στο χορό της χειραγώγησης της μίας προς την άλλη (Πλούτωνας).
ΜΗΤΕΡΑ , ΚΟΡΗ ΣΕΞ
Αλλά αν δούμε το θέμα και από μία άλλη οπτική. Ποιοι ακριβώς είναι οι σεξουαλικοί σκοποί του κοριτσιού προς την μητέρα του και τι είναι αυτό που ζητάει από αυτήν; (Αφροδίτη). Οι σεξουαλικοί στόχοι του κοριτσιού προς την μητέρα είναι και ενεργητικοί και παθητικοί και καθορίζονται από την σχέση Σελήνης – Αφροδίτης από την οποία περνά το κορίτσι κατά την πορεία της ανάπτυξης του. Οι πρώτες αισθητηριακές και εν συνεχεία σεξουαλικές και μη, της κόρης είναι σαφέστατα παθητικής φύσεως, αφού η μητέρα την φροντίζει και εκείνη δέχεται τις φροντίδες της. Πολύ γρήγορα όμως η κόρη –το νωρίτερο στην εφηβεία της – θα θελήσει να έχει μια πιο ενεργητική στάση απέναντι της και κατά συνέπεια στην έμφυτη διεκδίκηση του έρωτα και εν συνεχεία της σεξουαλικής της ζωής. Αυτό αποσκοπεί στην κυριαρχία του εξωτερικού κόσμου. Το κορίτσι τότε καθηλώνει καθαρά υποσυνείδητα σε αντικείμενο ενώ ή ίδια γίνεται το ενεργητικό υποκείμενο. Αυτές οι ενεργητικές τάσεις μπορούν εύκολα να παρατηρηθούν στο παιχνίδι με την κούκλα όπου εκδηλώνεται η ενεργητικότητα της θηλυκότητας.
Στο παιχνίδι με την κούκλα οι ρόλοι αντιστρέφονται και η μικρή κόρη είναι τώρα η μητέρα ενώ οι κούκλες εκπροσωπούν την ίδια. Αυτό που λειτουργεί είναι κατά βάθος η προσήλωση στις ιδιότητες της μητέρας, της ως τροφού, και προστάτιδας που όμως η κόρη εκτυλίσσει μέσα από το δικό του εσωτερικό και ενστικτώδες όραμα. Το κορίτσι μαλώνει ίσως την κούκλα ακριβώς όπως κάνει η μητέρα απέναντι της. Η αντίθετα την περιποιείται η την φροντίζει όπως ποτέ δεν έκανε η μητέρα της για την ίδια.
Αυτές οι απλές συναισθηματικές εξισώσεις όμως αντικατοπτρίζουν στην ουσία το πώς διάκειται αφενός η Σελήνη/Αφροδίτη της μητέρας, αφετέρου της κόρης. Μήπως λοιπόν η παράδοση και η συντήρηση επ’ άπειρον, των άχρηστων για την σημερινή εποχή πεποιθήσεων του παρελθόντος, καταλήγει τελικά – αλληγορικά μιλώντας – σαν ένα καζάνι ανάμεσα μάνας – κόρης που απλώς σιγοβράζει; Η βασανιστική αμφιθυμία της κόρης για τη μητέρα που τελικά είναι εμφανής ήδη από τον τρόπο που η κόρη παίζει και μέσα από το παιχνίδι αναπαριστά την μητέρα και την κόρη, μπορεί όντως να προδίδει την ιδέα του κοριτσιού για μία καταπιεστική, κτητική, απορριπτική και απρόσιτη μητέρα που καταλύει κάθε ίχνος εμπιστοσύνης, εκτίμησης και αγάπης προς το πρόσωπο του παιδιού της; Παρότι όμως η κόρη, ενώ επιθυμεί παντοτινή ένωση με τη μητέρα θέλοντας να ξορκίσει το φόβο της απόρριψης αλλά συγχρόνως επιδιώκοντας διακαώς τον απογαλακτισμό απ’ αυτήν, ώστε να «ξαναγεννηθεί» ως μια αυθύπαρκτη, αυτόνομη προσωπικότητα, ο πόλεμος ανάμεσα τους δεν αργεί να ξεσπάσει.
Το μόνο σίγουρο είναι, ότι η οπτική αυτού του θέματος έχει πάρα πολλές προεκτάσεις που για ευνόητους λόγους δεν μπορούμε να επεκταθούμε σε αυτούς. Ας δούμε όμως μία εξ’αυτών. Μία κόρη που εξωγενείς παράγοντες και άγνωστοι λόγοι στην ίδια, την χώρισαν από την μητέρα της όταν ήταν μόλις 14 ετών της γράφει ένα γράμμα που όμως δεν στέλνει ποτέ, αλλά που η μάνα ανακαλύπτει κάπου ξεχασμένο μετά από 30 χρόνια.
«Στην αρχή δεν είχα καταλάβει πόσο μου έλειπες. Καθώς όμως τα χρόνια περνούσαν η απουσία σου μου γινόταν όλο και λιγότερο πικρή η επώδυνη. Δεν σε είχα πια πάνω από το κεφάλι μου. Μαμά, σε αγαπούσα. Τώρα όμως όχι άλλο πια. Ήσουν το μόνο πρόσωπο που αγάπησα στη ζωή μου. Και αυτά όλα τα γράμματα που σου γράφω κάθε μέρα και που δεν πρόκειται να λάβεις ποτέ – τι νόημα θα είχε άλλωστε – είναι γιατί κατά βάθος θέλω να σου πω πόσο πολύ σε μισώ. Σε μισώ γιατί αν με αγαπούσες θα είχες κάνει τα πάντα να με κρατήσεις κοντά σου. Κάθε λεπτό κάθε μέρα νύχτα περίμενα και δυστυχώς περιμένω ακόμα να έρθεις. Εσύ όμως δεν ήρθες ποτέ. Γιατί να σε αγαπώ λοιπόν; Και όμως περιμένω, αλλά φυσικά περιμένω αδίκως. Και ας σε μισώ τόσο πολύ. Περιμένω να έρθεις να με πάρεις. Τότε μόνο θα πιστέψω ότι με αγαπάς και με θέλεις. Μαμά έλα να με πάρεις κοντά σου. Μαμά δεν ξέρεις πόσο μα πόσο πολύ σε αγαπώ».
Επίλογος: η μητέρα βαριά άρρωστη μην έχοντας λάβει ποτέ ούτε ένα γράμμα από την κόρη της πίστευε πως την είχε ξεχάσει και πως εκεί που ήταν ζούσε τόσο ευτυχισμένη ώστε δεν είχε κανένα λόγο να ενδιαφερθεί για την ίδια και ας είχε φτάσει στο χείλος του θανάτου. Αντίστροφα όταν μετά από χρόνια η κόρη έμαθε την πραγματική αιτία του αναμεταξύ τους χωρισμού μετάνιωσε πικρά που δεν της είχε ποτέ εκμυστηρευτεί την αγάπη της για εκείνη. Για εμάς όμως που παρατηρούμε την εξέλιξη της ζωής λαμβάνοντας ως εργαλείο την αστρολογία ερμηνεύοντας τους πλανήτες και τις αναμεταξύ τους όψεις, είναι περισσότερο από αυτονόητο πως πρέπει να παρακολουθούμε με άλλο μάτι τις αγωνιώδεις προσπάθειες για την ιδεολογική διατήρηση της ιδέας ότι «μάνα είναι μόνο μία».
Νομίζω πως αυτή η ιδέα πως «μάνα είναι μόνο μία» δεν είναι λάθος. Είναι όμως λάθος να πιστεύουμε ότι η μάνα μπορεί να είναι ο ένας μοναδικός «σάκος του μποξ». Ειδικά όταν πρόκειται για τα πικρά δάκρυα της κόρης. Αλλά και αντίθετα δεν μπορεί να γίνεται ο σάκος του μποξ η κόρη όταν η μάνα αρνείται να δεχτεί το φυσικό επακόλουθο να κόψει τον ομφάλιο λώρο μαζί της.
Αντίθετα, δεν είναι δυνατόν η κόρη να δημιουργεί μέσα της έναν ψεύτικο εαυτό, στηριζόμενη στο προσωπείο του μεγαλείου της και ότι αυτή και κανείς άλλος δεν μπορεί να είναι η μια και μοναδική αγάπη της μητέρας της όσο αυτή ζει και υπάρχει. Δύσκολα το παραδεχόμαστε. Όμως εμείς οι κόρες διακατεχόμαστε πάντα από εκείνη την υποσυνείδητη αρχέγονη εσωτερική λαχτάρα, ότι η μητέρα μας θα παρέχει όλα όσα συναισθηματικά και ψυχολογικά χρειαζόμαστε. Θέλουμε κατά βάθος να πιστεύουμε ότι μας αγαπά, ότι της είμαστε ευχάριστες, αρεστές, κοντολογίς το ένα και μοναδικό της καμάρι. Οι περισσότερες από εμάς θεωρούμε αυτονόητο ότι θα συγχωρεί όλα μας τα λάθη και θα πρέπει ντε και καλά να ανέχεται όλες τις παραξενιές και τις ιδιοτροπίες μας. Μικρές, ανόητες, αμελητέες, ή μεγάλες, η μάνα δεν πρέπει όχι μόνο να μην τις παρεξηγεί, αλλά και να τις ανέχεται.
Δεν ευελπιστούμε απλώς αλλά το θεωρούμε ως δεδομένο ότι θα σταθεί βράχος στα παραστρατήματα μας. Από την άλλη όμως, πασχίζουμε να κερδίσουμε την ελευθερία που δικαιωματικά μας ανήκει, επομένως θεωρούμε και ως υποχρέωση της να μας αφήσει ελεύθερο το πεδίο δράσης ακόμα και όταν κάνουμε του κεφαλιού μας. Παράλληλα το θεωρούμε επίσης εντελώς αυτονόητο, ότι θα έχει πάραυτα ανοιχτές τις αγκάλες της να μας προστατεύσει και να μας βοηθήσει όσο ζει και υπάρχει, παρόλα τα λάθη ή τις δικές μας αμέλειες και παραλείψεις απέναντι της ή και απέναντι των άλλων της παιδιών, ή και άλλων μελών της οικογένειας. Με λίγα λόγια, περιμένουμε και απαιτούμε την υποστήριξη της για πάντα. Κοινώς, η δική μας μητέρα, να είναι μία μάνα παντός καιρού!
Η αλήθεια είναι ότι στα παιδικά μας χρόνια είναι ότι το πιο αυτονόητο να θεωρούμε ότι η δική μας μητέρα είναι τέλεια και ότι η ζωή της είναι αποκλειστικά αφιερωμένη σε εμάς. Είναι επίσης η αλήθεια ότι η ζωή μας στα πρώτα παιδικά μας χρόνια εξαρτάται αποκλειστικά από εκείνη. Αυτή είναι ολόκληρος ο κόσμος μας. Χωρίς εκείνη δεν υπάρχει λόγος ύπαρξης. Ακόμα και εκείνα τα παιδιά που έχουν υποστεί κακομεταχείριση εγκατάλειψη ή ορφάνεψαν πολύ νωρίς, ή υιοθετήθηκαν, πάντα νοσταλγούν την μητέρα τους. Οι εσωτερικές τους κραυγές αν και άηχες εύχονται να είχαν την μανούλα τους και ας ήταν το οτιδήποτε. Πως άλλωστε να ήταν αλλιώς.
Η βαθύτερη και ενστικτώδης έκφραση του ανθρώπου που ίσως όμως να είναι και μία ψευδαίσθηση, να έχει μία τρυφερή, γλυκιά στοργική μητέρα (Σελήνη –Αφροδίτη), είναι τόσο ισχυρή που τις περισσότερες φορές εκλαμβάνουμε την ύπαρξη της όχι μόνο απολύτως απαραίτητη αλλά και ως ζήτημα ζωής και θανάτου. Είναι όμως προτιμότερο ήδη από τα πρώτα άδηλα βήματα της ζωή μας να μαθαίνουμε ότι η μητέρα μας σίγουρα μας αγαπά, αλλά δεν αγαπά μόνο εμάς. Δεν μπορεί όχι μόνο να αγαπά μόνο εμάς, αλλά και ότι είναι αυθαίρετο δικαίωμα της επίσης, να διατηρεί τις απόψεις της, τα δικά της θέλω, αλλά προπάντων το σεβασμό προς το πρόσωπο της. Και αυτό όχι γιατί είναι η μητέρα μας στην οποία οφείλουμε την ύπαρξη μας και αντίστοιχα εκείνη το σεβασμό μας, αλλά γιατί και εκείνη ως μητέρα έχει να εκπληρώσει την δική της καρμική πορεία.
Είχε πριν την γέννηση μας διαμορφώσει την νοοτροπία της δικής της γενιάς, είχε ίσως εισπράξει και εκείνη την απόρριψη, την ψυχρότητα, την παραμέληση ή χίλια δυο άλλα συναισθηματικά πραξικοπήματα που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο είχε ή ίσως έπρεπε να επιλύσει αφότου εμείς γεννηθήκαμε. Επιβάλλεται λοιπόν και εμείς ως κόρες από ένα σημείο και μετά να καταλαβαίνουμε ότι όταν εμείς δείχνουμε την αντιπάθεια και την άρνηση μας προς το πρόσωπο της ότι υπερβαίνουμε τις δικές της δυνατότητες και δυνάμεις. Ότι είναι εξίσου φυσικό και αυτονόητο, να μην μπορεί εσαεί να παραβλέψει, να συγχωρεί, να ανέχεται και να συνεχίζει να μας αγαπά με την ίδια ζεστασιά και θέρμη όπως στο καιρό του θηλασμού και της παιδικής αθωότητας.
Στη σημερινή γενιά η σχέση μεταξύ μητέρας και κόρης που είναι πια πιο εκδηλωτική, πιο δημιουργική από ότι ήταν στην εποχή της γιαγιάς και της προγιαγιάς μας ο διάλογος και η με ίσους όρους μεταχείριση, μπορεί να κάνει θαύματα. Ήταν και κατά ένα βαθμό παραμένει αναπόφευκτο και μοιραίο επακόλουθο η μάνα να είναι το πιο κεντρικό πρότυπο της παντοδυναμίας και της επιβολής απέναντι στην κόρη. Μία επιβολή η οποία δεν έχει ούτε χρονικό τέλος, αλλά, ας μην γελιόμαστε, ασκεί και τεράστια πίεση προς την κόρη. Κάτι που οι μητέρες πρέπει επίσης να καταλάβουν ώστε να πάψουν να εκμεταλλεύονται –πολλές φορές με εξαιρετικά άσχημους και άκρως χειραγωγικούς τρόπους – τον ρόλο τους απέναντι στην κόρη. Ειδικότερα στην κόρη, που από κάποιο σημείο και μετά αρχίζουν να θεωρούν όχι μόνο κτήμα τους, αλλά και που είναι υποχρεωμένες να ανταποδώσουν στο έπακρο όλα όσα συμβολικά απορρέουν τουλάχιστον από τις ιδιότητες της Αφροδίτης.
Πολλές μητέρες είναι εκείνες οι οποίες κυριολεκτικά αδυνατούν να αποκοπούν από το δεσμό τους προς την κόρη τους. Ειδικότερα στο καιρό της εφηβείας, όταν οι πιο στενές φιλίες, τα πρώτα φλερτ αρχίζουν να πρωτοστατούν και να αποσπούν την προσκόλληση προς την μητέρα, δεν είναι δυνατόν να διατηρηθεί η ίδια ενότητα ανάμεσα τους όπως όταν αυτές ήταν μικρές και εξαρτώμενες από εκείνην. Δεν είναι δυνατόν όταν πια η κόρη ακούει εκκωφαντική μουσική, τριγυρνά με σχισμένα τζην, και τραβά την μία ρουφηξιά του τσιγάρου μετά την άλλη βήχοντας σαν γέρος να ασκήσει κανείς άλλος την μέγιστη δυνατή επιρροή πέρα του πατέρα της. Ο λόγος της μητέρας τότε παύει να έχει την ίδια δύναμη και υπεροχή που είχε κάποτε. Ίσως να μην είναι καν σημαντική και σε πολλά άλλα. Και ενώ ήδη η κόρη έχει αρχίσει να ανηφορίζει το δικό της καρμικό δρομολόγιο, σχεδόν όλες οι μητέρες αδυνατούν να το αποδεχτούν.
ΜΑΜΑ ΣΕ ΜΙΣΩ ΟΡΙΣΤΙΚΑ
Πόσες κα πόσες από εμάς με διάφορες ψευτοδικαιολογίες δεν το σκάσαμε κρυφά από το σπίτι για να τρέξουμε στην καλύτερη μας φίλη – ή στο αγαπημένο μας αγόρι – για να κλαφτούμε για τα δεινά που βιώνουμε εξαιτίας της μάνας μας.
Μαμά σε μισώ. Αυτή η σκέψη τριβελίζει το μυαλό μας καθώς τρέχουμε σαν τις τρελές προς τους σωτήρες μας. Τέρμα έως εδώ ήτανε. Δεν την αντέχω, δεν ξαναγυρνώ σπίτι. Αυτή δεν είναι μάνα. Αυτή είναι σκέτη μέγαιρα. Ούτε που νοιάζεται για εμένα. Ούτε καν της περνάει από το μυαλό ότι είναι εντελώς διαφορετικά εκείνα που χρειάζομαι εγώ και περιμένω από εκείνη. Να μερικές σκέψεις που μας συνοδεύουν καθώς συγχυσμένες τρέχουμε οπουδήποτε αλλού να πούμε τον πόνο μας αλλά όχι στην μάνα μας. Τότε, ή λίγο πιο μετά – η χρονική στιγμή δεν έχει σημασία – ο πόλεμος ανάμεσα σε μάνα και κόρη είναι τόσο αμείλιχτος, ώστε το αμέσως επόμενο επακόλουθο, είναι ο χωρισμός. Οριστικός, αμετάκλητος και για πάντα.
Αυτή βέβαια είναι μόνο η εξωτερική πλευρά των γεγονότων. Η συναισθηματική και η ψυχολογική παραίτηση εκ μέρους και των δύο πλευρών είναι φύση αδύνατη όσο χρόνια και εάν περάσουν. Όποτε πολλά χρόνια μετά η κουβέντα περιστρέφεται είτε γύρω από την μάνα εκ μέρους της κόρης ή αντίστροφα, διαφαίνεται ολοκάθαρα ο άρρηκτος δεσμός ανάμεσα τους.
Βάση ορισμένων στατιστικών οι 58 από εξήντα γυναίκες όταν ερωτήθηκαν αν θα ήθελαν να γίνουν σαν την μητέρα τους, απάντησαν πως προτιμούν να γίνουν οτιδήποτε άλλο, αλλά ποτέ σαν την μητέρα τους. Η ανθρωπότητα ως συλλογική συνείδηση περνάει από διάφορες φάσεις. Στο παρελθόν υπήρχε ένα είδος μυθολογικής συνείδησης. Οι άνθρωποι αρέσκονταν στους μύθους και στις αναπαραστάσεις της πραγματικότητας μέσω συμβόλων, γιατί δεν μπορούσαν να κάνουν αλλιώς. Σήμερα όμως πια που τα πράγματα έχουν αλλάξει και που η εξωτερική –ψυχολογική, αστρολογική, κοινωνιολογική συνεισφορά προσφέρεται όσο ποτέ άλλοτε, είναι χρέος και των δύο να επιλύουν τις αναμεταξύ τους διαφορές. Και η μία πλευρά και η άλλη πρέπει να μάθει να δίνει χώρο αλλά και κατανόηση στο γεγονός ότι πρόκειται για δυο διαφορετικές προσωπικότητες. Αν θέλουν – και ως επί το πλείστον το θέλουν και οι δυο – να μην ενυπάρχουν αλλά να συνυπάρχουν συναισθηματικά και ψυχικά, να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι σαν φίλες και όχι σαν άσπονδοι εχθροί.
Προσωπικά λάτρευα την μητέρα μου. Έκανε τα πάντα για εμένα και για να με ευχαριστήσει αλλά και για να με απαλύνει στις δύσκολες μου ώρες. Όταν όμως άρχισε να γίνεται παρεμβατική και προσβλητική προς το πρόσωπο μου και να με εκθέτει με διάφορα κοσμητικά στα δικά μου παιδιά, και ειδικότερα στην κόρη μου, την μίσησα. Σήμερα πια, που δεν ζει, την λατρεύω περισσότερο από όσο ακόμα και όταν ζούσε. Το άρθρο γράφτηκε για εκείνη για μία μεγάλη συγγνώμη που της χρωστώ και για τα ανεξάντλητης έκτασης δεινά, κακουχίες και μαρτύρια που της δημιούργησα –κάποιες φορές μάλιστα εντελώς συνειδητά – αλλά και εις ανάμνηση της εορτής του ονόματος στις 17.9 ημέρα η οποία αναφέρεται στις Σοφία, Πίστεως, Αγάπης και Ελπίδας. Εκείνη λεγόταν Σοφία.