Η ζήλια αποτελούσε και αποτελεί ένα ιδιαίτερα συχνό φαινόμενο. Απαντάται μέσα στην κοινωνία από την εποχή που ο άνθρωπος πήρε να την απόφαση να ενταχθεί και να ζήσει σε ομάδες και όχι πια μόνος του μέσα σε σπηλιές. Σαν συναίσθημα η ζήλια απασχολεί αρκετούς επιστημονικούς κλάδους, όπως η Φιλοσοφία, η Ψυχολογία, η Ψυχιατρική αλλά και η Κοινωνιολογία.
Μυθολογικά, ο Ζήλος ήταν γιος της Ωκεανίδας Στυγός και αδερφός του Κράτους, της Βίας και της Νίκης. Πολέμησε στο πλευρό του Δία καθόλη τη διαρκεια των δέκα χρόνων της Τιτανομαχίας. Εξέφραζε, όμως, την άμιλλα και υγιή συναγωνισμό που οδηγεί στην ανθρώπινη πρόοδο. Παρόλα αυτά, όλοι γνωρίζουμε για την καταστροφική ζήλια της Ήρας απέναντι στις απιστίες του Δία ή την «Αχιλλέος μήνιν» όπως περιγράφεται στην Ιλιάδα, όταν ο Αγαμέμνων άρπαξε δόλια το ερωτικό του αντικείμενο του Αχιλλέα, την Βρισηίδα. Και πέρα από την ελληνική μυθολογία, η ζήλια είναι παρούσα σε όλες τις μορφές τέχνης, στην όπερα, στη λογοτεχνία ακόμα και στη Βίβλο. Ποιος, άλλωστε, μπορεί να ξεχάσει και την Σαιξπηρική ζήλια του Οθέλλου;
Στη νέα ελληνική γλώσσα υπάρχει μεγάλη ποικιλία ορισμών της ζήλιας και πολλές φορές συγχέεται και ταυτίζεται με τον φθόνο. Ωστόσο, ένας αρκετά περιεκτικός ορισμός δίνεται στο λεξικό του Μπαμπινιώτη. Συγκεκριμένα, «η ζήλια δηλώνει είτε την επιθυμία που γεννάται σε κάποιον να αποκτήσει κάτι καλύτερο ή πλεονεκτικότερο που διαθέτει κάποιος άλλος, είτε το δυσάρεστο συναίσθημα που νιώθει κανείς απεναντι σε κάποιον που υπερέχει. Ο φθόνος είναι κακόσημη λέξη. Δηλώνει το μίσος που γεννάται στην ψυχή κάποιου για τα πλεονεκτήματα ή τα αγαθά που έχει κάποιος άλλος. Η ζήλια μπορεί να οδηγήσει στην άμιλλα εις βάρος κάποιου. Αν η ζήλια οδηγήσει σε φθόνο, τότε χαρακτηρίζεται ζηλοφθονία, ενώ η ζήλια με ερωτικά κίνητρα και άδηλες επιπτώσεις καταντά ζηλοτυπία». Αξιοπρόσεκτο είναι το γεγονός, ότι αν και στα νεοελληνικά δίνονται αρκετοι ορισμοί της ζήλιας, στα λεξικά της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, συναντάμε πολλές λέξεις με τη ρίζα ζηλ-, όπως ζηλημοσύνη, ζηλοσύνη,ζηλοτυπέω, κ.α., δεν βλέπουμε πουθενά, όμως, τη λέξη ζήλια.
Η ζήλια από τη σκοπιά των φύλων
Όπως παρατηρούμε, λοιπόν, η ζήλια μπορεί να στραφεί τόσο σε εποικοδομητικές διεξόδους, αν γίνει ζήλος-άμιλλα, όσο και σε πιο καταστροφικές υπό τη μορφή της ζηλοτυπίας σε μια ερωτική σχέση ή του φθόνου γενικότερα. Κατά την επιστημονική άποψη, το συναίσθημα της ζήλιας είναι σύνθετο, αποτελείται δηλαδή από άλλα απλά συναισθήματα, αυτά του φόβου, της οργής και της λύπης.
Zήλια = Φόβος + Οργή + Λύπη
Υπάρχουν ωστόσο διαφορές ως προς την έκφραση και την πηγή της ζήλιας ανάμεσα στα δύο φύλα. Ας τις δούμε, λοιπόν, πιο αναλυτικά:
Αρχικά, οι άντρες παρουσιάζουν την τάση να αρνούνται το γεγονός, ότι ζηλεύουν θεωρώντας την παραδοχή ενός τέτοιου συναισθήματος ως κερκόπορτα στην εικόνα κύρους που προβάλλουν. Το ανδρικό φύλο αντιλαμβάνεται τη ζήλια ως κατώτερο συναίσθημα, με αποτέλεσμα να εξωτερικεύει τον περιβόητο αντρικό εγωισμό σε σαφώς μεγαλύτερο βαθμό. Aντίθετα, μια γυναίκα δεν έχει το παραμικρό πρόβλημα να αποδεχθεί το συναίσθημα της ζήλιας ως υπαρκτό στην ιδιοσυγκρασία της.
Ένας ζηλιάρης άντρας, με οποιδήποτε ανάλογο και σχετικό ερέθισμα, θα αντιδράσει ξεσπώντας με οργή πολλες φορές. Αν μάλιστα δεν ελέγξει έγκαιρα τα συναισθήματα του, ίσως προβεί και σε βιαιότητες. Οι εκρήξεις του θα εστιάσουν κατά κόρον στις πιθανές εξωσυζυγικές σχέσεις της συντρόφου του, ενώ θα καταλήξει με ένα ισχυρό και διαβρωτκό συναίσθημα απογοήτευσης. Ο άντρας εξωτερικεύει ως επί το πλείστον τα συναισθήματα ζήλιας του στρεφόμενος ενάντια στο ταίρι τους ή και στο «τρίτο πρόσωπο» που κατά την γνώμη του ενεπλάκη. Θα φερθεί εγωιστικά, θεωρώντας την όλη κατάσταση ως σοβαρό πλήγμα στην ανδρική του ταυτότητα.
Στον αντίποδα, μια γυναίκα που νιώθει έντονα το συναίσθημα της ζήλιας, δεν θα το αρνηθεί. Θα αναγνωρίσει την ύπαρξη του, αλλα θα αντιδράσει σαφώς πιο παθητικά. Η έκρηξη της θα είναι στο μεγαλύτερο μέρος της εσωτερική, ενώ είναι αρκετά πιθανό να της γεννηθούν κάποιες αμφιβολίες ως προς το πόσο ικανοποιεί τον σύντροφο της. Αυτό κάλλιστα θα μπορεί να της πλήξει την αυτοπεποίθηση απέναντι στην «εξαιρετική» εμφάνιση, ποιότητα κ.λ.π. της αντιζήλου της. Μια γυναίκα που ζηλεύει το σύντροφο της, σε περίπτωση που νιώσει ότι υπάρχει το ενδεχόμενο απιστίας του, θα εστιάσει στην συναισθηματική του εμπλοκή με τρίτο πρόσωπο και όχι στην πράξη της απιστίας αυτή καθΆεαυτή. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο θα προσκολληθεί στον σύντροφο της. Θα προσπαθήσει να ισχυροποιήσει το συναισθηματικό δέσιμο μεταξύ τους για να διασφαλίσει και να θωρακίσει τη σχέση της, ενώ κατά πάσα πιθανότητα, θα αποφύγει να έρθει σε ανοιχτή αντιπαράθεση με το τρίτο άτομο.
Συνοπτικά, λοιπόν, αντιλαμβανόμαστε πως η αντίδραση του ανδρικού φύλου απέναντι στο συναίσθημα της ζήλιας χαρακτηρίζεται από μια επιθετική προσέγγιση που εξωτερικεύει αυξημένο εγωισμό. Αντίθετα, το γυναικείο φύλο δρα περισσότερο αμυντικά, θεωρώντας πως θα πρέπει να εξασφαλίσει τα κεκτημένα στη σχέση της, παρά να εμπλακεί σε ένα παιχνίδι ανταγωνισμού. Όπως φαίνεται, οι γυναίκες πιστεύουν ότι «η άμυνα είναι η καλύτερη επίθεση».
Ζήλια και Αγάπη
Ας δούμε, όμως, και το θέμα των ερωτικών σχέσεων που κατακλύζονται από συναισθήματα ζηλοτυπίας. Θα πρέπει να γνωρίζουμε, πως η αγάπη και η ζήλια είναι συναισθήματα αντιστρόφως ανάλογα. Όσο περισσότερο δηλαδή αγαπούμε τον σύντροφο μας, τόσο λιγότερο τον ζηλεύουμε . Γιατί, όμως; Η ζήλια είναι ένδειξη αγάπης ή εγωισμού;
Δεν είναι λίγοι αυτοί που πιστεύουν ότι «όποιος δεν ζηλεύει, δεν αγαπά». Είναι, όμως, τόσο απλό; Τόσο η έννοια της ζήλιας όσο και η έννοια της αγάπης δεν γίνονται πάντα αντιληπτές με τον ίδιο τρόπο από όλους τους ανθρώπους. Κατά κύριο λόγο, όμως, η αγάπη είναι κράμα πρόσδεσης και φροντίδας. Πρόσδεσης όταν κάποιος εξαρτάται από τον σύντροφο του και θέλει να είνα μονίμως κοντά του, και φροντίδας όταν απλά θέλει να τον φροντίζει και να τον κάνει ευτυχισμένο.
Η ζήλια, λοιπόν, είναι έκφραση της αγάπης πρόσδεσης ( Deficiency Love ή D-Love κατά τον Abraham Maslow), γιατί αυτή η μορφή αγάπης – όπως και η ζήλια – έχει ρίζες στην εξάρτηση του ατόμου από τον σύντροφο του. Επειδή, όμως, οι δύο μορφές αγάπης, πρόσδεσης και φροντίδας, συνυπάρχουν σε κάθε ερωτική σχέση θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε, ότι η αγάπη πρόσδεσης ενθαρρύνει και ευοδώνει την ζήλια, ενώ η αγάπη φροντίδας την αποθαρρύνει και την μειώνει.
Συνεπώς, η έννοια της ζήλιας είναι συνυφασμένη με την ελαφρά πιο εγωιστική πλευρά της αγάπης, καταλήγοντας να είναι τόσο κομμάτι εγωισμού όσο και αγάπης. Όταν βλέπουμε το ενδιαφέρον του συντρόφου μας να μειώνεται, έστω και πλασματικά, τότε δημιουργείται εύφορο έδαφος για να αναπτυχθεί η ζήλια. Δεν μιλάω για γέννηση της, καθώς όλοι οι άνθρωποι έχουμε αυτό το συναίσθημα, άλλοτε πιο έντονο και άλλοτε ανεπαίσθητο.
Η ζήλια προς όφελος μας
Όπως κάθε νόμισμα έχει δύο όψεις, έτσι και αυτό το έντονο συναίσθημα οδηγεί είτε σε σωστά είτε σε λάθος μονοπάτια. Ήδη πήραμε μια γεύση της ζήλιας υπό αρνητική θεώρηση, ας δούμε, όμως, και τον τρόπο με τον οποίο συμβάλλει στην εξέλιξη και βελτίωση μας.
Πολλοί είναι αυτοί που πιστεύουν ότι η ζήλια είναι απαραίτητη σε κάθε μορφής διαπροσωπικές σχέσεις. Για ποια, όμως, μορφή ζήλιας μιλούν; Είναι σχεδόν ξεκάθαρο ότι η αναφορά γίνεται για τον ζήλο. Ο ζήλος είναι εκείνο το συναίσθημα που αντί να μας οδηγεί στον ανταγωνισμό μας στρέφει στον συναγωνισμό. Είναι αυτό που αποκαλούμε άμιλλα.
Σύμφωνα με το λεξικό του Χ.Α. Μπαλτά ο ζήλος είναι «… ο ευγενής πόθος του ατόμου να φτάσει και να ξεπεράσει τους άλλους.» Πρόκειται δηλαδή για έναν εσωτερικό αγώνα βελτίωσης της ποιότητας του ατόμου. Ένας άνθρωπος που διακρίνεται από ζήλο , αγωνίζεται με δημιουργικό τρόπο να καταφέρει να επιτύχει ή και να αποκτήσει τα χαρίσματα που διακρίνουν το αντικείμενο θαυμασμού του.
Η καλή αυτή μορφή ζήλιας έχει σαν αποτέλεσμα, αφου παραδεχτούμε την ανωτερότητα του άλλου να παλέψουμε με θεμιτό τρόπο να τον φτάσουμε. Αντίθετα, αν νιώθαμε φθόνο η αντίδραση μας θα ήταν να κατηγορήσουμε με υποχθόνιο τρόπο και με αθέμιτα μέσα το άτομο που μας ξύπνησε αυτό το συναίσθημα. Μέσα από τον συναγωνισμό είναι απόλυτα βέβαιο, ότι ο κερδισμένος της υπόθεσης θα είμαστε εμείς, γιατί θα καταφέρουμε να ανακαλύψουμε τα όρια μας, αλλά το κυριότερο… να τα ξεπεράσουμε!
Η βάση της ζήλιας πάντα θα είναι η σύγκριση. Ωστόσο, ακόμα και υπό την θετική εκδοχή της θα πρέπει να τηρούνται κάποια όρια. Δεν είναι όλοι οι άνθρωποι ίδιοι, ούτε έχουν τις ίδιες δυνατότητες, τα ίδια χαρίσματα. Θα πρέπει, να έχουμε ένα καλό επίπεδο αυτογνωσίας για να μην καταλήξουμε απλά να μιμούμαστε με κραυγαλέο τρόπο το αντικείμενο θαυμασμού μας. Είναι αξιέπαινο να θέλει κάποιος να αφομοιώσει κάτι καλό από ένα άλλο άτομο, αλλά χρειάζεται προσοχή για να μην εκφυλιστεί η προσωπικότητα του.
Η ωφέλιμη αυτή όψη της ζήλιας μπορεί νας μας προσφέρει καλύτερη ποιότητα ζωής και μεγαλύτερο επίπεδο αυτογνωσίας. Η ζήλια προκύπτει από την ανάγκη κάθε ανθρώπου να είναι αγαπητός, ευχάριστος, επιθυμητός, επιτυχημένος και ένα σωρό άλλα. Το εν λόγω συναίσθημα μας δείχνει τι μας λείπει, και εκεί εμείς εστιάζουμε. Απαιτείται, όμως, χρόνος για να αφουγκραστούμε τον εαυτό μας, ενώ πια η ζήλια αποτελεί την εύκολη λύση. Zηλεύουμε σχεδόν οτιδήποτε δεν έχουμε εμείς αλλά κάποιος άλλος, είτε πρόκειται για υλικά αγαθά είτε αφορά χαρίσματα.
Με την ζήλια ως κίνητρο και την αυτογνωσία ως διαδρομή ζωής, είμαστε ικανοί να καταφέρουμε πολλά. Μπορούμε να στηριχθούμε στις δικές μας δυνάμεις, αφού πλέον θα έχουμε αποκτήσει συνείδηση της προσωπικότητας μας. Η αυτοπεποίθηση μας δεν θα χρειαστεί δεκανίκια, όντας ταυτόχρονα λιγότερο ευάλωτη.
Πολλές φορές, η ζήλια ξυπνά τον εγωισμό και μας καθηλώνει πεισματικά σε αβέβαιες καταστάσεις. Αν, όμως, η ζήλια γίνει το εφαλτήριο για να αποκτήσουμε όσα πραγματικά – και όχι επειδή τα έχουν άλλοι- θέλουμε, τότε θα εξελιχθούμε σαν προσωπικότητες, απαγκιστρωμένοι από ανώριμες ανασφάλειες και φόβους.
Είναι λογικό να επιθυμούμε την καλύτερη θέση ενός συναδέλφου στον εργασιακό μας χώρο, όμως, εμείς τι κάνουμε για να αποδείξουμε ότι την αξίζουμε; Ορθώνουμε εμπόδια σε κάθε εγχείρημα του συναδέλφου ή δουλεύουμε συστηματικά και με υπευθυνότητα για να αποδείξουμε την αξία μας; Κανείς δεν είπε ότι η ζωή είναι εύκολη και ότι όλα θα μας δίνονται έτοιμα. Χρειάζεται αγώνας και κόπος για να είμαστε ικανοποιημένοι με την ποιότητα της ζωής μας. Σκοπός είναι να παλέψουμε με τον εαυτό μας και όχι με τους άλλους, να τον πιέσουμε να ξεπεράσει τα όρια του χωρίς, όμως, να μετατραπεί σε έναν κενό μίμο των άλλων.